ΚΕΙΜΕΝΟ
Τῶν Ἀθήνησι προεστηκότων ἔλεγόν τινες ὡς
γιγνώσκουσι μὲν τὸ δίκαιον, διὰ δὲ τὴν τοῦ πλήθους πενίαν ἀναγκάζονται
ἀδικώτεροι εἶναι περὶ τὰς πόλεις. Ἐκ τούτου ἐπεχείρησα σκοπεῖν εἴ πῃ
δύναιντ' ἂν οἱ πολῖται διατρέφεσθαι ἐκ τῆς ἑαυτῶν. Τοῦτο μὲν οὖν εὐθὺς
ἀνεφαίνετό μοι, ὅτι ἡ χώρα πέφυκεν οἵα πλείστας προσόδους παρέχεσθαι. Αἱ
μὲν γὰρ ὧραι ἐνθάδε πρᾳόταταί εἰσιν· ἃ
δὲ πολλαχοῦ οὐδὲ βλαστάνει ἐνθάδε καρποφορεῖ. Ὥσπερ δὲ ἡ γῆ, οὕτω καὶ ἡ
περὶ τὴν χώραν θάλαττα παμφορωτάτη ἐστίν. Καὶ μὴν ὅσαπερ οἱ θεοὶ ἐν
ταῖς ὥραις ἀγαθὰ παρέχουσι, καὶ ταῦτα πάντα ἐνταῦθα πρῳαίτατα μὲν
ἄρχεται, ὀψιαίτατα δὲ λήγει. Πρὸς τούτοις καὶ ἀίδια ἀγαθὰ ἔχει ἡ χώρα.
Πέφυκε μὲν γὰρ λίθος ἐν αὐτῇ ἄφθονος, ἐξ οὗ κάλλιστοι μὲν ναοί,
κάλλιστοι δὲ βωμοὶ γίγνονται, εὐπρεπέστατα δὲ θεοῖς ἀγάλματα. Ἔστι δὲ
καὶ γῆ ἣ σπειρομένη μὲν οὐ φέρει καρπόν, ὀρυττομένη δὲ πολλαπλασίους
τρέφει ἢ εἰ σῖτον ἔφερε. Καὶ μὴν ὑπάργυρός ἐστι.
Νοηματική απόδοση του κειμένου
Ο Ξενοφώντας στο κείμενο αυτό αναφέρεται στη δυνατότητα της αττικής γης, να συντηρήσει τους κατοίκους της. Λέει λοιπόν ότι κάνει την έρευνα αυτή, γιατί κάποιοι Αθηναίοι ηγέτες ισχυρίζονται, ότι δεν έχει τη δυνατότητα η Αττική να συντηρήσει με την παραγωγή της τους κατοίκους της και γι’ αυτό η Αθήνα ακολουθεί μια άδικη πολιτική έναντι των συμμαχικών της πόλεων. Ύστερα από την έρευνά του προκύπτει, πως η Αττική έχει τη δυνατότητα να συντηρήσει τους κατοίκους της, γιατί είναι μια χώρα πλούσια με πολλά έσοδα. Το κλίμα της Αττικής είναι τόσο καλό, ώστε και τα φυτά δίνουν πολλούς καρπούς και η θάλασσα που την περιβάλλει, παρέχει πολλά αγαθά. Στην Αττική λόγω του καλού κλίματος όλα τα προϊόντα της διαρκούν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η χώρα αυτή διαθέτει ακόμη πολύ μάρμαρο για την οικοδόμηση ναών και την κατασκευή βωμών και αγαλμάτων και έχει και πλούσιο υπέδαφος με κοιτάσματα αργύρου.
ΜΕΤΆΦΡΑΣΗ
http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20arxaia/metafraseis%20a%20gym/a05xm.htm
Β1. Λεξιλογικός Πίνακας
ΑΡΧΑΙΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΑΡΧΑΙΑ/
ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΝΕΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
γεωρύχος:
αυτός που σκάβει τη γη
γήινος
: αυτός που σχετίζεται με τη γη
γεωλόγος
: ο επιστήμονας που μελετά τη φυσική
ιστορία της γης
γεωμόρος
: ο κτηματίας, αυτός που κατέχει τη γη
γεώδης
: χωματένιος
γεώτρηση
: η διάτρηση του εδάφους
γεωργώ :
καλλιεργώ γη
γηγενής : ντόπιος, ο ιθαγενής μιας χώρας
γεωτρύπανο
: μηχανικό τρυπάνι με το οποίο γίνονται οι γεωτρήσεις
γεωτόμος : αυτός που ανοίγει το έδαφος
γεωπόνος:
ο επιστήμονας που ασχολείται με τον προγραμματισμό της ανάπτυξης και της βελτίωσης της γεωργικής παραγωγής
γεωδυναμική:
ο κλάδος της γεωλογίας, ο οποίος αναφέρεται στις δυνάμεις που διαμόρφωσαν τη Γη
εγγαιος:
ντόπιος
γεωγράφος
: ο επιστήμονας που ειδικεύεται στην περιγραφή και μελέτη της γης
γεωπολιτικός
: αυτός που αναφέρεται στη μελέτη σχέσεων ανάμεσα στα φυσικά δεδομένα των γεωγραφικών
συνθηκών και της πολιτικής των κρατών
γήπεδον τεμάχιο γης , εγκατάσταση διεξαγωγής
αθλητικών συναντήσεων
περίγειο
: το κοντινότερο προς τη γη σημείο της
τροχιάς ουράνιου σώματος
γήλοφος
: ο λοφίσκος
απόγειο
: 1) η μέγιστη απόσταση ενός ουράνιου
σώματος από τη Γη
2) το αποκορύφωμα
επίγειος : ο γήινος
απογειώνω προσγειώνω
έγγειος : ο της γης, του εδάφους
υδρόγειος
: αυτός που αποτελείται από γη και νερό
μεσόγειος
: αυτός που βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα
τα
μεσόγεια : η ενδοχώρα
υπέργειος
: αυτός που βρίσκεται πάνω από τη γη
υπόγειος
: αυτός που βρίσκεται κάτω από τη γη
ισόγειος
: αυτός που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τη γη
Λεξιλογικός πίνακας "ἡ γῆ". Ενότητα 5 Αρχαίων Α΄ Γυμνασίου from Τσατσούρης Χρήστος, Γυμνάσιο Μαγούλας Δυτικής Αττικής
Β2. Ετυμολογικά
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ | ΑΡΧΑΙΑ/ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ | ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ |
γεωρύχος: αυτός που σκάβει τη γη | γήινος : αυτός που σχετίζεται με τη γη | γεωλόγος : ο επιστήμονας που μελετά τη φυσική ιστορία της γης |
γεωμόρος : ο κτηματίας, αυτός που κατέχει τη γη | γεώδης : χωματένιος | γεώτρηση : η διάτρηση του εδάφους |
γεωργώ : καλλιεργώ γη | γηγενής : ντόπιος, ο ιθαγενής μιας χώρας | γεωτρύπανο : μηχανικό τρυπάνι με το οποίο γίνονται οι γεωτρήσεις |
γεωτόμος : αυτός που ανοίγει το έδαφος | γεωπόνος: ο επιστήμονας που ασχολείται με τον προγραμματισμό της ανάπτυξης και της βελτίωσης της γεωργικής παραγωγής | γεωδυναμική: ο κλάδος της γεωλογίας, ο οποίος αναφέρεται στις δυνάμεις που διαμόρφωσαν τη Γη |
εγγαιος: ντόπιος | γεωγράφος : ο επιστήμονας που ειδικεύεται στην περιγραφή και μελέτη της γης | γεωπολιτικός : αυτός που αναφέρεται στη μελέτη σχέσεων ανάμεσα στα φυσικά δεδομένα των γεωγραφικών συνθηκών και της πολιτικής των κρατών |
γήπεδον τεμάχιο γης , εγκατάσταση διεξαγωγής αθλητικών συναντήσεων | περίγειο : το κοντινότερο προς τη γη σημείο της τροχιάς ουράνιου σώματος | |
γήλοφος : ο λοφίσκος | απόγειο
: 1) η μέγιστη απόσταση ενός ουράνιου
σώματος από τη Γη 2) το αποκορύφωμα |
|
επίγειος : ο γήινος | απογειώνω προσγειώνω | |
έγγειος : ο της γης, του εδάφους | υδρόγειος : αυτός που αποτελείται από γη και νερό | |
μεσόγειος
: αυτός που βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα τα μεσόγεια : η ενδοχώρα |
υπέργειος : αυτός που βρίσκεται πάνω από τη γη | |
υπόγειος : αυτός που βρίσκεται κάτω από τη γη | ισόγειος : αυτός που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τη γη |
Παραγωγή ουσιαστικών
Παραγωγή ουσιαστικών από ουσιαστικά (β′ μέρος)
Παρώνυμα – Εθνικά – Πατρωνυμικά – Γονεωνυμικά
ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ
1. Παρώνυμα: ουσιαστικά που παράγονται από ουσιαστικά και δηλώνουν πρόσωπο σχετικό με αυτό που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη ή πρόσωπο που ανήκει σ’ αυτό.
|
2. Εθνικά: ουσιαστικά που παράγονται από κύρια ονόματα χωρών,
πόλεων και τόπων και σημαίνουν εκείνον που κατάγεται από κάποιον τόπο ή ανήκει
σ’ αυτόν.
ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
|
Π Α Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ
Α
|
-ιος
|
Σάμος > Σάμ-ιος, Σαμ-ία,
Κόρινθος > Κορίνθ-ιος
|
-(α)ῖος
|
Ἀθῆναι > Ἀθηναῖος, Κέρκυρα > Κερκυραῖος, Λάρισα > Λαρισαῖος
|
-(ε)ῖος
|
Ἠλεία
> Ἠλεῖος, Ἄργος > Ἀργεῖος
|
-(ω)ιος -ῷος
|
Κῶς > Κώ-ιος > Κῷος
|
-εὺς
|
Μέγαρα > Μεγαρ-εὺς, Πλάταια > Πλαται-εὺς, Ἐρέτρια > Ἐρετρι-εὺς
|
-νὸς
|
Ἀσία
> Ἀσια-νὸς
|
-ῖνος
|
Ἀμοργὸς
> Ἀμοργ-ῖνος
|
-της
|
Τεγέα > Τεγεά-της
|
-(ά)της
|
Γύθειον > Γυθε-άτης
|
-(ιά)της
|
Κρότων > Κροτων-ιάτης, Σπάρτη
> Σπαρτ-ιάτης
|
-(ή)της
|
Αἴγινα > Αἰγιν-ήτης
|
-(ί)της
|
Στάγιρα > Σταγιρ-ίτης
|
-(ώ)της
|
Σικελία > Σικελι-ώτης, Ἰταλία > Ἰταλι-ώτης
|
-ήσιος
|
Ἰθάκη
> Ἰθακ-ήσιος
|
3. Πατρωνυμικά: ουσιαστικά που παράγονται από κύριο όνομα πατέρα,
μητέρας ή άλλου προγόνου και σημαίνουν το γιο, την κόρη και γενικά τον απόγονο.
ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
|
Π Α Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ
Α
|
-δης
|
Αἰνείας > Αἰνειάδης
|
-(ά)δης
|
Λαέρτης ή Λαέρτιος > Λαερτιάδης,
Ἀσκληπιὸς > Ἀσκληπιάδης
|
-ίδης
|
Κρόνος >Κρον-ίδης, Δαναὸς >Δανα-ΐδης, Πέλοψ
(Πέλοπ-ος)>Πελοπ-ίδης
|
-(ε)ίδης
|
Ἀτρεὺς > Ἀτρείδης,
Πηλεὺς
> Πηλείδης
|
-(ο)ίδης
|
Λητὼ
> Λητοίδης
|
-ίων
|
Κρόνος > Κρον-ίων
|
4. Γονεωνυμικά: ουσιαστικά που παράγονται από ουσιαστικά και δηλώνουν
το νεογνό ζώου.
ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
|
Π Α Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ
Α
|
-ιδεὺς
|
λαγὼς > λαγ-ιδεὺς, ἀετὸς > ἀετ-ιδεὺς, λέων > λεοντ-ιδεὺς, λύκος > λυκ-ιδεὺς
|
Διάβασε για τα παράγωγα ουσιαστικά από
άλλα ουσιαστικά στη Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής, σελ. 256-261.
Ετυμολογικά. Παραγωγή ουσιαστικών από ουσιαστικά (β΄ μέρος). Ενότητα 5 Αρχαίων Α΄ Γυμνασίου from Τσατσούρης Χρήστος, Γυμνάσιο Μαγούλας Δυτικής Αττικής
Γ. Γραμματική
1. Οριστική ενεστώτα ρήματος εἰμί
1. Οριστική ενεστώτα ρήματος εἰμί
Το εἰμί (= είμαι, υπάρχω) είναι βοηθητικό ρήμα της α.ε., όπως το είμαι και το έχω της ν.ε. Στην οριστική του ενεστώτα κλίνεται ως εξής:
α.ε. | ν.ε. | |
---|---|---|
ἐγώ σύ (οὗτος, αὕτη, τοῦτο) ἡμεῖς ὑμεῖς (οὗτοι, αὗται, ταῦτα) | εἰμί εἶ ἐστί(ν) ἐσμέν ἐστέ εἰσί(ν) | είμαι είσαι είναι είμαστε είστε είναι |
|
Για να
σχηματίσουμε τον ενεστώτα των βαρύτονων ρημάτων προσθέτουμε στο
χρονικό θέμα του ρήματος τις καταλήξεις του ενεστώτα.
|
Σχηματισμός οριστικής μέλλοντα ε.φ.

|
Για να σχηματίσουμε
το μέλλοντα των φωνηεντόληκτων ρημάτων, (δηλαδή των ρημάτων που έχουν χαρακτήρα
φωνήεν)
|
|||||||
Τι γίνεται με τα ρήματα που είναι αφωνόληκτα;
όσα, δηλαδή,
έχουν χαρακτήρα:
χειλικό:
π, β, φ
ουρανικό:
κ, γ, χ
οδοντικό:
τ, δ, θ
Ο χαρακτήρας των
ρημάτων αυτών ενώνεται με το -σ- του
μέλλοντα και
μας δίνει διάφορες μεταβολές. Έτσι,
|
||||||||
|
Τα χειλικόληκτα:
π, β, φ, πτ, + σ =
ψ,
π.χ.
Τα ίδια δε λέμε κι εμείς στα νέα
ελληνικά;
Τελικά δεν είναι και τόσο περίεργα τα
αρχαία,
γιατί μοιάζουν πάρα πολύ
με τα νέα!
|
|||||||
|
Τα ουρανικόληκτα:
κ, γ, χ ττω, σσω, ζω + σ =
ξ,
π.χ.
|
|||||||
|
Τα οδοντικόληκτα:
τ, δ, θ μερικά σε -ττω, -ζω και -ίζω + σ = σ, π.χ.
Σημείωση: τα ρήματα που
έχουν ρηματικό χαρακτήρα δ, τελειώνουν σε -ίζω
και έχουν περισσότερες από δύο συλλαβές
σχηματίζουν
το μέλλοντα σε -ιῶ, π.χ. νο-μί-ζω > νομιῶ, κο-μί-ζω > κομιῶ |
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ:
http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20arxaia/metafraseis%20a%20gym/a05xm.htm
Ο Ρ Ι Σ Τ Ι Κ Η
Ο Ρ Ι Σ Τ Ι Κ Η
ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ
|
ΟΔΟΝΤΙΚΟΛΗΚΤΑ
|
ΧΕΙΛΙΚΟΛΗΚΤΑ
|
ΟΥΡΑΝΙΚΟΛΗΚΤΑ
| ||
θ. λυ-
|
θ. παιδευ-
|
θ. πειθ-
|
θ. γραφ-
|
θ. πλεκ-
|
θ. πραγ-j-ω>πράττ-ω
|
Ε Ν Ε Σ Τ Ω Σ
| |||||
λύ-ω
|
παιδεύ-ω
|
πείθ-ω
|
γράφ-ω
|
πλέκ-ω
|
πράττ-ω
|
λύ-εις
|
παιδεύ-εις
|
πείθ-εις
|
γράφ-εις
|
πλέκ-εις
|
πράττ-εις
|
λύ-ει
|
παιδεύ-ει
|
πείθ-ει
|
γράφ-ει
|
πλέκ-ει
|
πράττ-ει
|
λύ-ομεν
|
παιδεύ-ομεν
|
πείθ-ομεν
|
γράφ-ομεν
|
πλέκ-ομεν
|
πράττ-ομεν
|
λύ-ετε
|
παιδεύ-ετε
|
πείθ-ετε
|
γράφ-ετε
|
πλέκ-ετε
|
πράττ-ετε
|
λύ-ουσι(ν)
|
παιδεύ-ουσι(ν)
|
πείθ-ουσι(ν)
|
γράφ-ουσι(ν)
|
πλέκ-ουσι(ν)
|
πράττ-ουσι(ν)
|
Μ Ε Λ Λ Ω Ν
| |||||
ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ
|
ΟΔΟΝΤΙΚΟΛΗΚΤΑ
|
ΧΕΙΛΙΚΟΛΗΚΤΑ
|
ΟΥΡΑΝΙΚΟΛΗΚΤΑ
| ||
θ. λυ-σ-
|
θ. παιδευ-σ-
|
πείθ-σ-ω>πείσ-ω
|
γράφ-σ-ω>γράψ-ω
|
πλέκ-σ-ω>πλέξω
|
πράγ-σ-ω>πράξω
|
λύ-σ-ω
|
παιδεύ-σ-ω
|
πεί-σ-ω
|
γράψ-ω
|
πλέξ-ω
|
πράξ-ω
|
λύ-σ-εις
|
παιδεύ-σ-εις
|
πεί-σ-εις
|
γράψ-εις
|
πλέξ-εις
|
πράξ-εις
|
λύ-σ-ει
|
παιδεύ-σ-ει
|
πεί-σ-ει
|
γράψ-ει
|
πλέξ-ει
|
πράξ-ει
|
λύ-σ-ομεν
|
παιδεύ-σ-ομεν
|
πεί-σ-ομεν
|
γράψ-ομεν
|
πλέξ-ομεν
|
πράξ-ομεν
|
λύ-σ-ετε
|
παιδεύ-σ-ετε
|
πεί-σ-ετε
|
γράψ-ετε
|
πλέξ-ετε
|
πράξ-ετε
|
λύ-σ-ουσι(ν)
|
παιδεύ-σ-ουσι(ν)
|
πεί-σ-ουσι(ν)
|
γράψ-ουσι(ν)
|
πλέξ-ουσι(ν)
|
πράξ-ουσι(ν)
|
Και ένα διαδραστικό βιντεάκι εμπέδωσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου