Το να δημιουργείς είναι να σκέφτεσαι πιο έντονα. Ρεβερντί Π.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

2η ενότητα, Θυσία για την πατρίδα


Α. Κείμενο
Σε περιόδους πολέμου οι Αθηναίοι πραγματοποιούσαν με δημόσια δαπάνη μεγαλοπρεπή τελετή προς τιμήν των νεκρών πολεμιστών. Επιστέγασμα της τελετής αυτής αποτελούσε η εκφώνηση τουἘπιταφίου λόγου από επιφανή άνδρα της πόλης. Το απόσπασμα που θα μελετήσετε προέρχεται από τον Ἐπιτάφιο– που, πιθανόν, συντέθηκε από τον Λυσία– προς τιμήν των νεκρών του Κορινθιακού πολέμου.


στε προσήκει τούτους εδαιμονεστάτους γεσθαι, οτινες πρ μεγίστων κα καλλίστων κινδυνεύσαντες οτω τν βίον τελεύτησαν, οκ πιτρέψαντες περ ατν τ τύχ οδ' ναμείναντες τν ατόματον θάνατον, λλ' κλεξάμενοι τν κάλλιστον. Κα γάρ τοι γήρατοι μν ατν α μνμαι, ζηλωτα δ π πάντων νθρώπων α τιμαί· ο πενθονται μν δι τν φύσιν ς θνητοί, μνονται δ ς θάνατοι δι τν ρετήν. Κα γάρ τοι θάπτονται δημοσί, κα γνες τίθενται π' ατος ώμης κα σοφίας κα πλούτου, ς ξίους ντας τος ν τ πολέμ τετελευτηκότας τας ατας τιμας κα τος θανάτους τιμσθαι. γ μν ον ατος κα μακαρίζω το θανάτου κα ζηλ, κα μόνοις τούτοις νθρώπων ομαι κρεττον εναι γενέσθαι, οτινες, πειδ θνητν σωμάτων τυχον, θάνατον μνήμην δι τν ρετν ατν κατέλιπον.

Λυσίας, Ἐπιτάφιος τοῖς Κορινθίων βοηθοῖς 79-81

 

 

 



Η Αθήνα τιμούσε τους νεκρούς του πολέμου με δημόσια ταφή και με τελετές. Πιο συγκεκριμένα, στα πλαίσια των δημόσιων κηδειών -που τελούνταν με χρηματοδότηση της πόλης- εκφωνούνταν επικήδειοι λόγοι, οι οποίοι όμως δε συνηθίζονταν από την αρχή της καθιέρωσης του θεσμού αυτού. Οι μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων για τη χρονολογία έναρξης των επικήδειων λόγων ποικίλλουν. Ο πρωιμότερος σωζόμενος επιτάφιος λόγος είναι αυτός που εκφωνήθηκε από τον Περικλή για τους πολίτες που σκοτώθηκαν το 439 π.X., πολεμώντας ενάντια στους Σαμίους. Σύμφωνα όμως με μεταγενέστερες πηγές, το έθιμο είχε αρχίσει ήδη να εφαρμόζεται μετά από τους Περσικούς πολέμους.
Πάνω στο δημόσιο τάφο αναγείρονταν στήλες, όπου αναγράφονταν τα ονόματα των πεσόντων. Αρχικά, οι στήλες με τους καταλόγους των νεκρών του πολέμου ήταν δέκα, δηλαδή ισάριθμες με τις δέκα φυλές της Αττικής, ενώ στη συνέχεια, το μνημείο ήταν ένα και συχνά έφερε κάθετες αυλακώσεις μιμούμενο τις δέκα στήλες. Ο πρωιμότερος κατάλογος νεκρών που βρέθηκε σε δημόσιο τάφο χρονολογείται το 464 π.X.
H ετήσια τελετή προς τιμή των νεκρών του πολέμου αντιστοιχούσε στα νομιζόμενα, που τελούσε η οικογένεια ετησίως για τα αποθανόντα μέλη της. Ήταν μία δημόσια τελετή που χρηματοδοτούνταν από την πόλη, ενώ η ευθύνη της διοργάνωσής της ανήκε στον πολέμαρχο. Μέρος της τελετής ήταν οι μουσικοί, οι αθλητικοί και οι ιππικοί αγώνες.


 




                                                             



























































































 

  Μετάφραση


   Επομένως ταιριάζει να θεωρούμε αυτούς πάρα πολύ ευτυχισμένους, οι οποίοι αφού κινδύνευσαν για τα πιο μεγάλα και τα πιο ωραία έτσι τελείωσαν τη ζωή τους, χωρίς να εμπιστευθούν τους εαυτούς τους στην τύχη ούτε να περιμένουν το φυσικό θάνατο, αλλά με το να προτιμήσουν τον πιο ωραίο. Και γι’ αυτό βέβαια είναι αγέραστες οι μνήμες τους και αξιοζήλευτες οι τιμές τους απ’όλους τους ανθρώπους• αυτοί πενθούνται λόγω της φύσης τους ως θνητοί,
εξυμνούνται όμως ως αθάνατοι λόγω της γενναιότητάς τους. Και γι’ αυτό
 βέβαια θάβονται με δημόσια φροντίδα και καθιερώνονται αγώνες δύναμης και σοφίας και πλούτου προς τιμή τους, με την ιδέα ότι (επειδή) είναι άξιοι αυτοί που έχουν σκοτωθεί στον πόλεμο να τιμούνται με τις ίδιες τιμές με τους αθάνατους. Εγώ λοιπόν και τους καλοτυχίζω και τους ζηλεύω για το θάνατό τους
και νομίζω ότι μόνο αυτοί από τους ανθρώπους άξιζαν να ζήσουν, οι οποίοι, αφού έλαβαν θνητά σώματα, κληροδότησαν αθάνατη μνήμη λόγω της ανδρείας τους.

 Οι προτάσεις του κειμένου

  1. Ὥστε προσήκει τούτους εὐδαιμονεστάτους ἡγεῖσθαι (κύρια)
  2. οἵτινες ὑπὲρ μεγίστων καὶ καλλίστων κινδυνεύσαντες οὕτω τὸν βίον ἐτελεύτησαν, οὐκ ἐπιτρέψαντες (αναφορική προσδιοριστική)
    περὶ αὑτῶν τῇ τύχῃ, οὐδ’ ἀναμείναντες τὸν αὐτόματον θάνατον, ἀλλ’ ἐκλεξάμενοι τὸν κάλλιστον
  3. Καὶ γάρ τοι ἀγήρατοι μὲν αὐτῶν αἱ μνῆμαι (ἔσονται (κύρια)
  4. ζηλωταὶ δὲ (εἰσί) ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων αἱ τιμαί  (κύρια)
  5. οἳ πενθοῦνται μὲν διὰ τὴν φύσιν ὡς θνητοί (κύρια)
  6. ὑμνοῦνται δὲ ὡς ἀθάνατοι διὰ τὴν ἀρετήν (κύρια)
  7. Καὶ γάρ τοι θάπτονται δημοσίᾳ (κύρια)
  8. καὶ ἀγῶνες τίθενται ἐπ’ αὐτοῖς ῥώμης καὶ σοφίας καὶ πλούτου, ὡς ἀξίους ὄντας τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ
    τετελευτηκότας ταῖς αὐταῖς τιμαῖς καὶ τοὺς ἀθανάτους τιμᾶσθαι, (κύρια)
  9. Ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου (κύρια)
  10. (Ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς τοῦ θανάτου) ζηλῶ  (κύρια)
  11. καὶ μόνοις τούτοις ἀνθρώπων οἶμαι κρεῖττον εἶναι γενέσθαι (κύρια)
  12. οἵτινες ἀθάνατον μνήμην διὰ τὴν ἀρετὴν αὑτῶν κατέλιπον. (αναφορική προσδιοριστική)
  13. ἐπειδὴ θνητῶν σωμάτων ἔτυχον (χρονική)

    Παράλληλο  κείμενο
    Πρῶτον μὲν ἀντὶ μικροῦ χρόνου πολὺν καὶ τὸν ἅπαντ’ εὔκλειαν ἀγήρω καταλείπουσιν, ἐν ᾗ καὶ
    παῖδες οἱ τούτων ὀνομαστοὶ τραφήσονται καὶ γονεῖς [οἱ τούτων] περίβλεπτοι γηροτροφήσονται,
    παραψυχὴν τῷ πένθει τὴν τούτων εὔκλειαν ἔχοντες. Ἔπειτα νόσων ἀπαθεῖς τὰ σώματα καὶ λυπῶν
    ἄπειροι τὰς ψυχάς, ἃς ἐπὶ τοῖς συμβεβηκόσιν οἱ ζῶντες ἔχουσιν, ἐν μεγάλῃ τιμῇ καὶ πολλῷ ζήλῳ
    τῶν νομιζομένων τυγχάνουσιν. Οὓς γὰρ ἅπασα μὲν ἡ πατρὶς θάπτει δημοσίᾳ, κοινῶν δ’ ἐπαίνων
    μόνοι τυγχάνουσιν, ποθοῦσι δ’ οὐ μόνοι συγγενεῖς καὶ πολῖται, ἀλλὰ πᾶσαν ὅσην Ἑλλάδα χρὴ
    προσειπεῖν, συμπεπένθηκεν δὲ καὶ τῆς οἰκουμένης τὸ πλεῖστον μέρος, πῶς οὐ χρὴ τούτους
    εὐδαίμονας νομίζεσθαι;
     
    Δημοσθένης, Ἐπιτάφιος 32-34
    Μετάφραση
     
    Kατά πρώτον, αντί να ζήσουν λίγο, ζουν πολύ και αφήνοντας κληρονομιά για πάντα αγέραστη δόξα, μέσα στην οποία θα ανατραφούν και τα παιδιά τους ώστε να γίνουν περίφημα και οι γονείς τους θα γηροκομηθούν απολαμβάνοντας την προσοχή, καθώς θα έχουν ανακούφιση στο πένθος τους τη δόξα των νεκρών. Kατά δεύτερον, χωρίς να παθαίνουν αρρώστιες στο σώμα και χωρίς να νιώθουν στεναχώρια στην ψυχή, τα οποία έχουν οι ζωντανοί λόγων αυτών που τους συμβαίνουν, αποκτούν τα καθιερωμένα εμπνέοντας μεγάλη τιμή και προκαλώντας πολλή άμιλλα. Αφού η πατρίδα τους προσφέρει δημόσια ταφή, και μόνο αυτοί επαινούνται από όλους, και τους λαχταρούν όχι μόνο οι συγγενείς και οι συμπολίτες τους, αλλά και όσοι πρέπει να ονομαστούν Έλληνες, ενώ πενθεί μαζί μας και το μεγαλύτερο τμήμα της οικουμένης, δεν πρέπει δικαιολογημένα να θεωρούνται ευτυχείς;
    Μετάφραση Α. Τυφλόπουλος
     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου